Greek idioms with the verb “to do” Posted by Ourania on May 13, 2015 in Vocabulary
Γεια σας, τι κάνετε; (Hello, how are you?) Κάνω is one of the first verbs that one learns in Greek. It is also one of the most common ones. Below there is a list of idioms, and colloquial expressions with κάνω and some examples of their use. Its first meaning is “to do” and “to make”.
- Τι έκανες;= what have you done?
Τι έκανες; Ντροπή σου!
What have you done? Shame on you!
- Κάνω= to pretend
Κάνει την άρρωστη για να μην πάει στο σχολείο.
She is pretending to be sick to skip school.
- Δεν κάνει= it’s not right, one shouldn’t.
Δεν κάνει να τρως τόση ζάχαρη.
You shouldn’t eat so much sugar.
- Πόσο κάνει; / Πόσο κάνουν;= How much does it cost? / How much do they cost?
Πόσο κάνουν τα μαύρα παπούτσια;
How much do the black shoes cost?
- Κάνει ζέστη / κρύο= it’s hot / it’s cold
Σήμερα κάνει ζέστη. Πάμε στη θάλασσα;
It’s hot today. Do you want to go to the beach?
- Κάνω ησυχία= to be quiet
Κάντε ησυχία, διαβάζω!
Be quiet, I’m studying!
- Κάνω + φαγητό / ποτό= to make, to cook + food / drink
Η Μαρία κάνει καλό καφέ.
Maria makes good coffee.
- Κάνω λάθος= to make a mistake
Νόμιζα ότι μπορούσα να τον εμπιστευτώ αλλά έκανα λάθος.
I thought I could trust him but I made a mistake.
- Κάνω μάθημα (αγγλικά, χορό, πιάνο κλπ)= to go to a class, to learn (English, dance, piano etc)
Ο Πέτρος κάνει αγγλικά και βιολί.
Petros learns English and violin.
- Κάνω παρέα= to be friends
“Ξέρεις τη Στέλλα;” “Ναι, κάναμε παρέα στο πανεπιστήμιο.”
“Do you know Stella?” “Yes, we were friends in college.”
- Κάνω πάρτι= to have a party
Ο Γρηγόρης κάνει πάρτι το Σάββατο. Σε κάλεσε;
Grigoris is having a party on Saturday. Did he invite you?
- Κάνω πλάκα= to be kidding
Πλάκα μου κάνεις;
Are you kidding me?
- Κάνω τα στραβά μάτια= turn a blind eye. This is a “mainstream” expression (στραβά μάτια means blind eyes). There are also many colloquialisms which mean the same thing: κάνω την πάπια (literally, to pretend to be a duck), κάνω τον Κινέζο (to pretend to be a Chinese man), κάνω το κορόιδο (to pretend to be a fool).
Ο Γιάννης αντέγραφε τις απαντήσεις μου αλλά η καθηγήτρια έκανε τα στραβά μάτια.
Yannis was copying my answer sheet but the teacher turned a blind eye.
- Κάνω υπομονή= to be patient.
Κάνε υπομονή! Σε ένα τέταρτο θα είμαστε στο σπίτι.
Be patient! We will be home in fifteen minutes.
- Τα κάνω πλακάκια= to be in cahoots. (Πλακάκια means tiles).
Τα έκανε πλακάκια με την εταιρία για να πάρει μεγαλύτερη προμήθεια.
He was in cahoots with the company in order to get a higher fee.
- Τα κάνω σαλάτα, τα κάνω θάλασσα= to go pear-shaped (σαλάτα means salad, and θάλασσα means sea)
Τα έκανε σαλάτα με την εργασία της και τώρα πρέπει να την ξανακάνει.
Her paper went pear-shaped and now she has to do it again.
- Την κάνω= to blow, to go slang)
Παιδιά, εγώ την κάνω. Τα λέμε!
Guys, I’m about to blow. See you!
Build vocabulary, practice pronunciation, and more with Transparent Language Online. Available anytime, anywhere, on any device.
About the Author: Ourania
Ourania lives in Athens. She holds a degree in French Literature and a Master’s degree in Special Education for Children. Since 2008, she has been teaching Greek to foreigners.